top of page

Κοινωνία - Πολιτική  /  Αρθρα - Συνεντεύξεις  /  Αχιλλέας Κούμπος, εφημερίδα «Ελευθερία» Λάρισας

06 Μαρτίου 2016

 

Αναζητώντας την ελληνική ταυτότητα: Δύο διαφορετικοί κόσμοι σε σύγκρουση‏

Η έννοια της ταυτότητας ενός έθνους πολλές φορές αποκτά το περιεχόμενό της στη βάση προφορικών μυθευμάτων, ιστορικής χάλκευσης αλλά και μεταφραστικών παρανοήσεων. Ειδικά στην περίπτωσή μας, στην κυριολεξία χαθήκαμε στη γαλλική μετάφραση -και εξηγώ τι εννοώ.

 

Ενώ στη Γαλλία διαμορφώνεται και οριστικοποιείται η «πολιτική σύλληψη του έθνους», πράγμα που συνεπάγεται τη θεμελίωση της ιδιότητας αυτού που σήμερα ονομάζουμε «πολίτης», στην Ελλάδα του 1821, η δική μας συνείδηση -κυρίως ως αντίδραση στον Τούρκο κατακτητή- αντιλαμβάνεται την επανάσταση ως «εθνοτική σύλληψη του έθνους» (όταν μιλάμε για εθνοτική σύλληψη εννοούμε κοινά πολιτισμικά, γλωσσικά, θρησκευτικά χαρακτηριστικά αλλά και την κοινή καταγωγή). Αυτή είναι μια τεράστια διαφορά και παράλληλα μια παρανόηση των ιδεωδών της γαλλικής επανάστασης. Εδώ ο «Χριστιανός Έλληνας» αντιμάχεται τον «αλλόθρησκο Οθωμανό κατακτητή» και αυτό θα είναι το βασικό στοιχείο της διαφοροποίησής μας από τους Τούρκους κατά την επανάσταση. Αυτή η ιδέα της ορθόδοξης θρησκευτικότητας θα παρεισφρήσει σε όλη τη δομή του ελληνικού κράτους και της διοίκησης, την ώρα που στην Ευρώπη η σημασία της θρησκείας στα πολιτικά πράγματα χάνει τον ιστορικό της ρόλο. Συνέπεια αυτής της απουσίας συγχρονισμού με την «πολιτική σύλληψη του Έθνους» είναι ότι ο Έλληνας δεν θα καθορίζεται από την ιδιότητα του πολίτη με υποχρεώσεις και δικαιώματα που προκύπτουν από την ιθαγένεια ή την πολιτογράφηση, αλλά κυρίως από τη θρησκευτική διαφοροποίηση από τον μέχρι πρότινος δυνάστη του.

 

Σε αυτή τη διαφορά θα επενδύσουν οι λόγιοι αλλά και πολιτικοί της εποχής, τρέφοντας αυταπάτες ότι η ομόθρησκη Ευρώπη θα συνδράμει στον δίκαιο, ούτως ή άλλως, αγώνα μας για ανεξαρτησία. Φυσικά γνωρίζουμε πολύ καλά τα κριτήρια με τα οποία μας βοηθούσαν οι Μεγάλες Δυνάμεις, όταν φυσικά μας βοηθούσαν, και σίγουρα δεν ήταν η χριστιανική αλληλεγγύη. Αν συνυπολογίσουμε στα κριτήρια διαμόρφωσης εθνικού χαρακτήρα την ελληνική γλώσσα, έχουμε ήδη μια «πρόχειρη ελληνικότητα»: Έλληνας είναι σύμφωνα με τις πρώτες εθνικές συνελεύσεις «ο αυτόχθων που πιστεύει στον Χριστόν», αυτοί που «πιστεύουσιν εις Χριστόν ήλθαν και θα έλθωσιν εις την ελληνική επικράτεια συναγωνισθώσιν (ενάντια στους Οθωμανούς)». Βλέπουμε ήδη τον χριστιανισμό ως συνεκτικό δεσμό του έθνους μας την ώρα που στην Ευρώπη κατέρρεε σταδιακά όλη η ιδέα της θεοκρατικής παρέμβασης στα πολιτικά και δημόσια πράγματα. Στην Ελλάδα ο πολίτης, ως αυτεξούσια, ελεύθερη και υπεύθυνη πολιτική μονάδα μέσα στο πλαίσιο ενός δημοκρατικού κράτους, θα παραμείνει άγνωστη ως τις μέρες μας. Η θρησκεία, η γλώσσα και η καταγωγή εκείνη την εποχή, προσδιορίζουν ένα έθνος που ακόμα δεν έχει οριστική «Επικράτεια», δηλαδή σύνορα. Η Ευρώπη ήδη είχε πάρει διαφορετικό δρόμο, ένα δρόμο που μετά βίας μπορούσαμε και μπορούμε να ακολουθήσουμε.

 

Ο Κοραής, που ζει στη Γαλλία, προσπαθεί να μεταφέρει τις νέες ιδέες στην Ελλάδα και να τις ενσωματώσει σε διαφορετικά ήθη και έθιμα. Ο αντίκτυπος της γαλλικής επανάστασης είναι εμφανής στη Διακήρυξη της Τροιζήνας το 1927 που αναφέρει ρητώς ότι «οι αντιπρόσωποι βουλευτές οφείλουν να προσαρμόσουν τη Γαλλική Νομοθεσία ώστε να τη συμβιβάσουν με τα ήθη και τις περιστάσεις του Έθνους». Όμως τα πράγματα δεν λύνονται με ιδεώδη νομοθετήματα και φυσικά να μην ξεχνάμε ότι την οργάνωση του στρατού του Ιμπραήμ, που το 1825 ήρθε στην Πελοπόννησο καταχείμωνο για να καταπνίξει την επανάσταση, την είχαν Γάλλοι αξιωματικοί. Επομένως, με τα συνθήματα να είμαστε πιο φειδωλοί. Λίγο αργότερα, το 1927, στη Ναυμαχία του Ναβαρίνου, οι Γάλλοι θα μας αποζημιώσουν και θα εκμηδενίσουν τον τουρκοαιγυπτιακό στόλο, αποκαθιστώντας, έστω από σπόντα, τις σχέσεις μας.

 

Είναι ξεκάθαρο ότι τόσο οι ιδέες όσο και τα συμφέροντα ανάμεσα στην Ευρώπη και την Ελλάδα είναι πολύ δύσκολο να συμβαδίσουν, γιατί είναι δύο διαφορετικοί κόσμοι σε σύγκρουση. Όσον αφορά τις ιδέες, από την μία είναι ο κόσμος της νεωτερικότητας με την ελευθερία, την ισότητα, την ευθύνη να κυριαρχούν στην Ευρώπη. Όσον αφορά τα συμφέροντα, από την άλλη, η Οθωμανική αυτοκρατορία με τον συγκεντρωτισμό και την διοικητική παρακμή και ο ορθόδοξος χριστιανισμός με τον αναχρονισμό και τον ανεπίκαιρο συντηρητισμό. Ας τα δούμε λίγο πιο αναλυτικά:

 

Στο διοικητικό επίπεδο η νεωτερικότητα ήταν καταδικασμένη να περάσει από την οθωμανική μέγγενη και την Πατριαρχική αναγκαιότητα, πράγμα που σήμαινε εκ των προτέρων την αποτυχία της. Αν και οι Οθωμανοί είχαν αντιληφθεί ότι ο κόσμος άλλαζε, εντούτοις ήταν εξαιρετικά δύσκολο να ακολουθήσουν την Ευρώπη ενώ το Πατριαρχείο ήταν ο μοναδικός επίσημος θεσμός που αφορούσε τα ελληνικά πράγματα την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Οι Φαναριώτες, η Φιλική Εταιρεία, το εμπόριο, η γραφειοκρατία ήταν στα χέρια του. Αλλά και σε τοπικό επίπεδο, η διοίκηση εξαρτιόταν από τους προύχοντες, την τοπική δηλαδή ελίτ, που και αυτή σε μεγάλο βαθμό μιλούσε απευθείας με το Πατριαρχείο.

 

Σε ιδεολογικό επίπεδο, ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός, μεταφράστηκε στην Ελλάδα ως επιστροφή στους Αρχαίους Έλληνες. Ενώ όλο το διανοητικό σύμπαν στης Ευρώπης, φιλοσοφία, επιστήμη, λογοτεχνία, τέχνες, κοιτούσε στο μέλλον, οι Έλληνες λόγιοι επιστρέφουν στο παρελθόν. Επίσης, η αδυναμία να αποτινάξουν τη θρησκεία από το πολιτικό βίο, ώστε να κυριαρχήσει η ελευθερία της ανθρώπινης βούλησης, είχε ως συνέπεια την ενσωμάτωσή της στην ελληνική παιδεία. Η «ελληνορθόδοξη παράδοση» είναι το αναιμικό και λειψό αποτέλεσμα της επαφής δύο κόσμων, για την αναγέννηση του καινούριου: ο ένας κλεισμένος μέσα στα βιβλία των αρχαίων φιλοσόφων και συγγραφέων, εξάγεται βιαίως και ακρίτως με σκοπό να αντληθεί ένα «αρχαίο κλέος» απαραίτητο για τη χρονική εκείνη περίοδο, ο άλλος, μια ζωντανή θρησκεία που ο απλός λαός αγαπά και σέβεται αλλά δεν μπορεί να οδηγήσει στη νέα εποχή του σύγχρονου κράτους.

 

Αποτέλεσμα αυτής της ένωσης είναι:

 

Α. ένα κράτος, που δεν είναι θεοκρατικό, αλλά χρειάζεται την εκκλησία και τον Θεό

 

Β. ένα κράτος χωρίς εμπειρία σε θεσμούς και γραφειοκρατία, το οποίο αντλεί την «τεχνογνωσία» από τους προύχοντες και το Πατριαρχείο, παρόλο που σύντομα θα διακόψει και τις σχέσεις του με αυτό, με το αυτοκέφαλο της Εκκλησίας της Ελλάδος

 

Γ. ένα κράτος που δεν έχει στρατό αλλά χρειάζεται τα αρματολίκια των οπλαρχηγών και τα χρήματα των προεστών, σχηματίζοντας κατά τόπους στρατιωτικά σώματα που αδυνατούσαν να συνεννοηθούν μεταξύ τους. Οι οπλαρχηγοί της κεντρικής Ελλάδας, οι προύχοντες (Υψηλάντης) και οι οπλαρχηγοί της Πελοποννήσου (Κολοκοτρώνης) ήταν αδύνατον να συντονιστούν. Παρόμοια προβλήματα είχε ο ελληνικός στόλος

 

Δ. ένα κράτος που δεν είναι ευρωπαϊκό αλλά χρειάζεται τις νέες ιδέες της Ευρώπης

 

Ε. ένα κράτος, του οποίου η «επικράτεια είναι αδιαίρετη», αλλά τα σύνορα είναι ανοιχτά στη βάση της ισχύος των όπλων

 

ΣΤ. ένα κράτος που οικονομικά εξαρτάται από τους εύπορους προύχοντες, εμπόρους και Φιλέλληνες και το 1827 παίρνει το 3ο δάνειο για τις ανάγκες του αγώνα

 

Ζ. ένα κράτος το οποίο επηρεάζεται διοικητικά από τους Φαναριώτες της Μολδοβλαχίας και της Ρωσίας ενώ ιδεολογικά από την Ευρώπη

 

Η. ένα κράτος που άλλη γλώσσα μιλάει και άλλη γράφει, ένας λαός αμόρφωτος που αδυνατεί να ακολουθήσει τα ισχυρά ιδεολογικά ρεύματα αλλά παρασύρεται από τους οικονομικά εύρωστους

 

Θ. ένα κράτος όπου τα πρώτα κόμματα είναι το ρώσικο, το γαλλικό, το αγγλικό

 

Ι. ένα κράτος, στο οποίο το βυζαντινορωμαϊκό δίκαιο και το εθιμικό δίκαιο της οθωμανικής περιόδου εξακολουθεί να ισχύει αρκετές δεκαετίες μετά την επανάσταση μέχρι να αντικατασταθεί με την προαναγγελία του Αστικού Κώδικα το 1935. Ένα κράτος στο οποίο ο ποινικός κώδικας εξασφαλίζει το μονοπώλιο της νόμιμης άσκησης βίας. Για την ιστορία, είχαμε εισαγάγει και ξένους δήμιους που θα εκτελούσαν τις αποφάσεις των δικαστηρίων μιας και κανείς δεν δεχόταν να αναλάβει αυτό τον ρόλο

 

Κ. ένας Έλληνας που δεν υπήρξε ποτέ πολίτης αλλά εύκολα μετατρέπεται σε υπήκοο των ξενόφερτων βασιλιάδων, των γηγενών οπλαρχηγών και των πολιτικών δημαγωγών.

Διαβάστε το άρθρο στο:

www.eleftheria.gr

Αναζητώντας την ελληνική ταυτότητα
bottom of page